Κυνηγός-Ξοβεργάρης-Αριτζής
Το κυνήγι γινόταν όπως περίπου και σήμερα, με τη διαφορά πως τα τουφέκια ήταν μακρύκανα, μπροστογεμιά, μονά ή διπλά. Έριχναν σε πολύ κοντινή απόσταση.
Ξόβεργες ή βέργες έκαμναν σχεδόν όλοι. Έκοβαν αγρελίτικους βλαστούς, τους ξέραιναν, τους άλειφαν με οξό και τον χτυπούσαν με λίγο μέλι και νερό. Τις έβαζαν πάνω σε ξερά κλαδιά, πάνω από νερά ή σε υπερυψωμένα κλαδιά που καθόταν τα περαστικά πουλιά.
Η άρα ήταν ένα απλό δίχτυ, στημένο κατά τέτοιο τρόπο, που αν το τραβούσες από τη «φρίτζα» (κρυψώνα του πουλοπιάστη, φτιαγμένη με κλαδιά), έκλεινε κι έπιανε τα πουλιά που ερχόταν να φάνε απ΄το φαΐ ή να πιουν απ΄το νερό που είχε μέσα η άρα.
(Το κείμενο είναι από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ΄έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου)