Γανωματής
Γυρνούσε τα χωριά συνήθως μ΄ένα σακί στον ώμο, πιασμένο απ΄τις τέσσερις άκρες του. Γάνωνε οικιακά σκεύη. Τα΄τριβε πρώτα με άμμο και μια καυστική ουσία, για να φύγει η πολλή βρωμιά κι ύστερα έλιωνε καλάι με λίγο μολύβι σ΄ένα δοχείο, που κρατούσε με μασιά. Βουτούσε μέσα το βαμβάκι και μ΄αυτό περνούσε όλο το σκεύος, το οποίο άστραφτε κι έπαιρνε χρώμα ασημί.
(Το κείμενο είναι από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ΄έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου)